Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Προσαρμογές του καρδιαγγειακού, κυκλοφορικού, αναπνευστικού συστήματος κατά την κολύμβηση


Σύνταξη:
Κάμπατζη Γεωργία
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
Επιστημονικός Συνεργάτης MediDiatrofi

Θωμαϊδης Σάββας
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής – Προπονητής Κολύμβησης
Πτυχιούχος Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ., M.Sc. Δ.Π.Θ.
Επιστημονικός Συνεργάτης MediDiatrofi



Έχουν γίνει αρκετές μελέτες πάνω στην προσαρμογή του ανθρώπινου οργανισμού και των συστημάτων του κατά την κολύμβηση. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι μελέτες εκείνες που συγκρίνουν την κολύμβηση με το τρέξιμο, το βάδισμα και την ποδηλασία. Τα αποτελέσματά τους πολλές φορές είναι αντικρουόμενα λόγω της διαφορετικής μεθοδολογίας που έχει χρησιμοποιηθεί ή εξαιτίας του διαφορετικού δείγματος. Πάντως θα περίμενε κανείς ότι η καρδιακή και η αναπνευστική λειτουργία κατά την κολύμβηση θα ήταν διαφορετική από άλλου είδους αθλητικές δραστηριότητες επειδή η κολύμβηση γίνεται σε οριζόντια θέση, η αναπνευστική λειτουργία είναι περιορισμένη και εμποδίζεται, εξωτερική πίεση είναι αυξημένη και επειδή οι απώλειες θερμότητας είναι μεγαλύτερες, εξαιτίας της μεγαλύτερης θερμικής αγωγιμότητας του νερού σε σχέση με τον αέρα. Διάφορες μελέτες προσπάθησαν να βρουν εάν υπάρχουν διαφορές στην ανταλλαγή μεγαλύτερης θερμικής αγωγιμότητας του νερού σε σχέση με τον αέρα. Διάφορες μελέτες λοιπόν προσπάθησαν να βρουν εάν υπάρχουν διαφορές στην ανταλλαγή αερίων, στην σύσταση αερίων αίματος, στην κατανάλωση ενέργειας και στις προσαρμογές του κυκλοφορικού συστήματος μεταξύ κολύμβησης και άλλων αθλημάτων.
Στην μελέτη του Holmer (1974, 1972) μελετήθηκε και συγκρίθηκε η φυσιολογία του ανθρώπινου σώματος, προπονημένων και απροπόνητων ατόμων, κατά την κολύμβηση σε υδροεργόμετρο, το τρέξιμο σε δαπεδοεργόμετρο και την ποδηλασία σε κυκλοεργόμετρο.
Ως προς την αναπνευστική λειτουργία ο Holmer κατέληξε ότι η πρόσληψη οξυγόνου στη κολύμβηση σε υπομέγιστη ταχύτητα, εξαρτάται από το είδος της κολύμβησης (πρόσθιο, ελεύθερο, πεταλούδα, ύπτιο), από τις διαστάσεις του σώματος των κολυμβητών, την τεχνική κολύμβησης και το επίπεδο προπόνησης των συμμετεχόντων. Για μια δεδομένη υπομέγιστη ταχύτητα, η πρόσληψη οξυγόνου ήταν μικρότερη για τα προπονημένα άτομα σε σχέση με τα απροπόνητα, κάτι το οποίο αποδόθηκε στη καλύτερη τεχνική κατάρτιση και στην ‘οικονομία’ των κινήσεων των προπονημένων. Επίσης φάνηκε ότι η πρόσληψη οξυγόνου (συνεπώς και η ενεργειακή δαπάνη) αυξάνεται σχεδόν γραμμικά με την κολυμβητική ταχύτητα.
Ο βαθμός κορεσμού του αίματος σε οξυγόνο στο τρέξιμο, οι συγκεντρώσεις σε οξυγόνο (Ο2) και διοξειδίου του άνθρακα (CO2) καθώς και οι μερικές πιέσεις των ίδιων αερίων, ήταν ίδιες στην κολύμβηση και στο τρέξιμο. Το γεγονός αυτό οδήγησε στο συμπέρασμα ότι αν και ο ρυθμός αναπνοής στην κολύμβηση είναι περιορισμένος, ο αερισμός είναι αρκετός για να κορεστεί το αίμα με οξυγόνο ακόμα και σε μέγιστη ταχύτητα, με εξαίρεση περιπτώσεις κολυμβητών υψηλού επιπέδου με υψηλή VO2max.
Η ανάλυση των δεδομένων σχετικά με την λειτουργία του κυκλοφορικού και καρδιαγγειακού συστήματος έδειξε ότι ο κατά λεπτό όγκος αίματος (ΚΛΟΑ) και ο καρδιακός ρυθμός κατά την μέγιστη κολυμβητική ταχύτητα είχαν μικρότερη τιμή σε σχέση με το τρέξιμο ίδιας έντασης. Αντίθετα ο όγκος παλμού ήταν περίπου ίδιος. Κατά την κολύμβηση, μάζα των μυών που ενεργοποιούνται είναι μικρότερη σε σχέση με το τρέξιμο, επομένως και η ποσότητα οξυγόνου που καταναλώνεται είναι σχετικά μικρότερη. Στην μελέτη αυτή παρατηρήθηκε επίσης ότι η μέση αρτηριακή πίεση σε μέγιστη και υπομέγιστη ταχύτητα κολύμβησης και τρεξίματος, ήταν μεγαλύτερη στην κολύμβηση. Αυτό εξηγήθηκε από το ότι κατά την κολύμβηση σε σχέση με το τρέξιμο, η περιφερική αντίσταση είναι αυξημένη εξαιτίας της χαμηλότερης θερμοκρασίας (26-280C) όπως επίσης και η εξωτερική πίεση που ασκείται στο σώμα.  Άλλος ένας λόγος είναι ότι στη κολύμβηση η μάζα των ενεργοποιημένων μυών είναι μικρότερη. Οι Stenberg και συν. έδειξαν ότι σε άσκηση με υπομέγιστη πρόσληψη οξυγόνου, προκαλείται μέγιστη αύξηση της αρτηριακής πίεσης όταν ενεργοποιείται μικρή μάζα μυών παρά όταν ενεργοποιείται μεγαλύτερη.